Αλέξανδρος Κορυζής

στο γερμανικό Reichstag, με τον οποίον εξυμνεί τον Έλληνα στρατιώτη. Όπως γνωστό είναι το γεγονός, ότι οι Γερμανοί αξιωματικοί και οπλίτες, απέδιδαν τιμές στους Έλληνες στρατιώτες όταν εξέρχοντο από τα πολυβολεία μετά την συνθηκολόγηση και επετράπη στους Έλληνες αξιωματικούς να φέρουν το ξίφος τους τιμητικά, καθ’ όλη την διάρκεια της γερμανικής κατοχής. Ο Αλέξανδρος Κορυζής ήταν τραπεζίτης και πολιτικός. Διορίστηκε πρωθυπουργός από τον βασιλιά Γεώργιο Β’, με εισήγηση του ισχυρού άνδρα του καθεστώτος Κωνσταντίνου Μανιαδάκη, μετά τον αιφνίδιο θάνατο του ΙωάννηΜεταξά(29/02/1941) κι ενώ η χώρα βρισκόταν σε εμπόλεμη κατάσταση με την Ιταλία. Ανέλαβε τα Υπουργεία Εξωτερικών, Παιδείας, Στρατιωτικών, Ναυτικών και Αεροπορίας, όπως και ο προκάτοχός του. Στις 18/04/1941, κι ενώ η διάσπαση του μετώπου αμύνης από τους Γερμανούς θεωρείτο βεβαία, συγκλήθηκε σύσκεψη στο ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρετανία»( η έδρα τότε της κυβερνήσεως) για να εκτιμηθεί η πολεμική κατάσταση. Ο Κορυζής προσφέρθηκε να παραιτηθεί και είχε μια έντονη συζήτηση με τον βασιλιά. Ξαφνικά σηκώθηκε και αποχώρησε από την σύσκεψη, αφού πρώτα φίλησε το χέρι του ανώτατου άρχοντα. Κατευθύνθηκε στην οικία του, που βρισκόταν στην οδό Βασιλίσσης Σοφίας και κλείστηκε στο γραφείο του. Λίγα λεπτά αργότερα κατέφθασε στο σπίτι του ο διάδοχος Παύλος με εντολή του πατέρα του, ο οποίος είχε αντιληφθεί την παράξενη συμπεριφορά του. Δεν πρόλαβε να χαιρετίσει την σύζυγό του στο κατώφλι του σπιτιού του και ακούστηκε ο πυροβολισμός του τέλους. Ο πρωθυπουργός Αλέξανδρος Κορυζής είχε αυτοκτονήσει με 2 σφαίρες στην καρδιά, σε ηλικία 56 ετών. Ένα τέτοιο ιστορικό γεγονός, η ελληνική Πολιτεία το θεωρεί, καθώς φαίνεται, μείζονος σημασίας και δεν το εορτάζει. Το μεταπολιτευτικό τερατούργημα, έχει μια «δυσκολία» με τις εορτές που εξυψώνουν το εθνικό συναίσθημα των Ελλήνων. Έχει ένα γενικότερο «πρόβλημα» με κάθε τι που εμπεριέχει τον όρο «εθνικό». Όπως επίσης και με τον ηρωισμό που επέδειξαν άντρες σαν τον Κορυζή και τον Μεταξά. Είναι γνωστή η προσπάθεια της «προοδευτικής» θολοκουλτούρας να αποσιωπά καταστάσεις, γεγονότα και πρόσωπα που δεν ανήκουν στην δική της ιδεολογική κατεύθυνση. Η «απεθνικοποίηση» των πάντων επετεύχθη και επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων η μελέτη και η απόδοση τιμών, σε ανθρώπους που τίμησαν το δημόσιο αξίωμά τους, δρώντας με αξιοπρέπεια και δίνοντας ακόμα και την ζωή τους.